Το τέλος ενός μακρού δρόμου
Μετά από τέσσερα χρόνια πολύπλοκων προσπαθειών και πολυάριθμων εμποδίων, στις 15 Μαρτίου τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνερχόμενοι στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, υιοθέτησαν την οδηγία Business-based Due Sustainability (Corporate Sustainability Due Diligence Directive, CS3D).
Το εγκεκριμένο κείμενο στάλθηκε πίσω στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και στις 19 Μαρτίου εγκρίθηκε από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Αυτή τη διαδικασία ακολουθεί η παραπομπή του στην Ολομέλεια του Κοινοβουλίου για τελική έγκριση, που αναμένεται τον προσεχή Απρίλιο.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε αυξάνει σημαντικά τις απαιτήσεις για το μέγεθος των εταιρειών που επηρεάζονται από την οδηγία. Ωστόσο, ακόμη και αν υπάρξει χαλάρωση των ορίων, το πνεύμα των περισσότερων λειτουργικών απαιτήσεων παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανέπαφο. Το εγκεκριμένο κείμενο εξακολουθεί να περιλαμβάνει την υποχρέωση των εμπλεκόμενων εταιρειών να διενεργούν, βάσει συγκεκριμένων δεικτών, ποιοτικές και ποσοτικές αξιολογήσεις των δραστηριοτήτων τους και των αρνητικών επιπτώσεων ESG που επιφέρουν, σε μια «σειρά δραστηριοτήτων» (αλυσίδες αξίας ή εφοδιασμού, ανάντη και κατάντη). Προβλέπει επίσης αντίστοιχα την υποχρέωση να καταρτίζουν τα σχετικά Σχέδια Δράσης, κάτι που ασφαλώς διευρύνει το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.
Δίνει επίσης έμφαση στην ψηφιοποίηση και χρήση εργαλείων παρακολούθησης, μέτρησης και ελέγχου, και σε οτιδήποτε σχετίζεται με τη χρήση συστημάτων ελέγχου και ολοκληρωμένων συστημάτων από δείκτες μέτρησης ως το μόνο κατάλληλο πλαίσιο για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του.
Αν και έχει οριστεί περίοδος 30 μηνών για την ολοκλήρωση του νομικού πλαισίου στο 100%, η οδηγία θα εισέλθει στη διετή μεταβατική περίοδο πριν από την ενσωμάτωση των κρατών μελών στη νομοθεσία μετά την επικείμενη τελική έγκρισή της, μέσω συμπληρωματικών Οδηγιών για το καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών και βοηθητικής υποστήριξης για τα μοντέλα αξιολόγησης. Αναμφίβολα, τόσο οι εταιρείες που επηρεάζονται άμεσα από την Οδηγία όσο και όλοι όσοι εμπλέκονται στις αλυσίδες αξίας και εφοδιασμού τους πρέπει τώρα να αρχίσουν να εξετάζουν σοβαρά την ανάγκη να ευθυγραμμίσουν τις διαδικασίες τους και να εξοπλιστούν με τεχνολογικά εργαλεία για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του CS3D.
Τι είναι το CS3D και ποιες εταιρείες αφορά;
Το CS3D θεσπίζει το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις υποχρεώσεις των εταιρειών όσον αφορά στη διαχείριση δυσμενών επιπτώσεων στο περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα, σε σχέση με τις δικές τους δραστηριότητες, αυτές των θυγατρικών τους και αυτές που εκτελούνται από τους εταίρους και τους συνεργάτες των αλυσίδων αξίας τους. Καθορίζει επίσης την ευθύνη για την παράβαση των εν λόγω υποχρεώσεων. Αυτό γίνεται μέσω της υποχρέωσης καθορισμού και εφαρμογής σχεδίων δράσης, για τη μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία συμβατή με τα επιχειρηματικά μοντέλα και τις στρατηγικές των εμπλεκόμενων εταιρειών.
Ειδικότερα, η οδηγία παροτρύνει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι επιχειρήσεις πραγματοποιούν τη δέουσα επιμέλεια βάσει κινδύνου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον, μέσω μιας σειράς ενεργειών που ορίζονται στο άρθρο 44 αυτής, οι οποίες αποτελούν από μόνες τους την ίδια τη διαδικασία δέουσας επιμέλειας:
- Ενσωμάτωση της δέουσας επιμέλειας στις πολιτικές και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου (άρθρο 5).
- Προσδιορισμός και αξιολόγηση τρεχουσών ή πιθανών δυσμενών επιπτώσεων και ιεράρχησή τους (άρθρο 6).
- Πρόληψη και μετριασμός πιθανών δυσμενών επιπτώσεων και εξάλειψη ή ελαχιστοποίηση της έκτασης των σημερινών (άρθρο 7 και άρθρο 8).
- Θέσπιση και διατήρηση διαδικασιών και μηχανισμών κοινοποίησης και καταγγελίας (άρθρο 9).
- Παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής δέουσας επιμέλειας και των συναφών μέτρων (άρθρο 10).
- Δημόσια επικοινωνία όλων των παραπάνω (άρθρο 11)
Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, έχει αλλάξει σημαντικά από την πρώτη πρόταση του 2022. Η Οδηγία εφαρμόζεται επί του παρόντος σε εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και που πληρούν ταυτόχρονα δύο απαιτήσεις κλίμακας: περισσότερους από 1.000 εργαζόμενους κατά μέσο όρο και 450 εκατ. ευρώ καθαρού κύκλου εργασιών παγκοσμίως κατά την τελευταία χρήση για την οποία εγκριθεί οι οικονομικές καταστάσεις. Επηρεάζει επίσης μητρικές εταιρείες που, χωρίς να φτάνουν αυτές τις αξίες μεμονωμένα, ανακοινώνουν αποτελέσματα ενοποιημένα με εκείνα των θυγατρικών, ώστε τελικά τις επιτυγχάνουν, ή που κατέχουν συμφωνίες αδειοδότησης ή franchise με ανεξάρτητες τρίτες εταιρείες με δικαιώματα εκμετάλλευσης άνω των 22,5 εκατομμυρίων ευρώ ή, υπό αυτές τις συνθήκες, με καθαρό κύκλο εργασιών παγκοσμίως άνω των 80 εκατ. ευρώ. Επηρεάζει επίσης εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει της νομοθεσίας τρίτων χωρών εκτός Ευρώπης. Σε αυτή την περίπτωση ισχύουν τα ίδια, αν και χωρίς την απαίτηση αριθμού εργαζομένων και με απαίτηση καθαρού κύκλου εργασιών άνω των 450 εκατ. στην Ε.Ε.
Οι απαιτήσεις αυτές ισχύουν μόνο εάν ελέγχονται για δύο συνεχόμενες φορολογικές χρήσεις. Η Οδηγία παύει επίσης να ισχύει εάν δεν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις για δύο συνεχόμενα φορολογικά έτη. Προκειμένου να κατανοηθεί σωστά το πεδίο εφαρμογής, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το CS3D δεν ορίζει την έννοια της επιχείρησης, αλλά αναφέρεται στην Οδηγία 2013/34/ΕΕ και ως εκ τούτου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Ο ρόλος της λειτουργίας των Προμηθειών και της εφοδιαστικής αλυσίδας
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η Οδηγία έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε, αφού θέσει τους απαραίτητους στόχους, το πεδίο εφαρμογής και τους ορισμούς στα πρώτα τρία άρθρα, αναπτύσσει τη διαδικασία δέουσας επιμέλειας που αναφέρεται παραπάνω, αναφέροντάς την λεπτομερώς μεταξύ του πέμπτου και του δέκατου τρίτου άρθρου, περιγράφοντας σε αυτά τα απαιτήσεις τόσο για τις εταιρείες όσο και για τις θυγατρικές τους και τους συνεργάτες των Αλυσίδων Δραστηριοτήτων (έννοια εν μέρει παρόμοια με αυτήν της Εφοδιαστικής Αλυσίδας ή της Αλυσίδας Αξίας).
Μια πτυχή που πρέπει να τονιστεί είναι ο κεντρικός ρόλος που έχουν αυτοί οι εταίροι και οι αλυσίδες δραστηριοτήτων στην Οδηγία, καθώς πολλές από τις απαιτήσεις για ενέργειες δέουσας επιμέλειας αναφέρονται σε αυτά τα επίπεδα. Υπερβαίνει δηλαδή τις εταιρείες για τις οποίες προτείνεται το άμεσο πεδίο εφαρμογής και μεταφέρει την έμφαση με πολύ σαφή τρόπο στον ρόλο της Λειτουργίας Προμηθειών και της Διαχείρισης Εφοδιαστικής Αλυσίδας στην επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας των εταιρειών.
Υπό το πρίσμα του CS3D, ως Εμπορικός Συνεργάτης (Επιχειρηματικός Συνεργάτης) θα πρέπει να νοείται ο εργολάβος, ο υπεργολάβος ή, γενικά, ένα νομικό πρόσωπο που συνάπτει εμπορική συμφωνία σχετικά με τις λειτουργίες, τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της εταιρείας άμεσα ή έμμεσα.
Από την άλλη πλευρά, η αλυσίδα δραστηριοτήτων (Value Chain ή Supply Chain, ανάλογα με την προοπτική που εξετάζεται) ορίζεται με διπλή έννοια. Αφενός, όπως οι δραστηριότητες ανάντη των εμπορικών εταίρων που σχετίζονται με την παραγωγή αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών από την εταιρεία, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού, εξόρυξης, προμήθειας, κατασκευής, μεταφοράς, αποθήκευσης και προμήθειας πρώτων υλών, προϊόντων ή ανταλλακτικών των προϊόντων και την ανάπτυξη του προϊόντος ή της υπηρεσίας. Από την άλλη πλευρά, όπως οι μεταγενέστερες δραστηριότητες των εμπορικών εταίρων που σχετίζονται με τη διανομή, τη μεταφορά και την αποθήκευση των προϊόντων, όπου οι δραστηριότητες αυτές διεξάγονται από τους εμπορικούς εταίρους για λογαριασμό της εταιρείας (εκτός από πολύ ειδικές περιπτώσεις όπως ορίζεται στο Οδηγία 2021/821/ΕΕ).
Το άρθρο 5, το οποίο αναπτύσσει την πρώτη πτυχή της δέουσας επιμέλειας, την ενσωμάτωση της δέουσας επιμέλειας στις πολιτικές και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου της εταιρείας, αναφέρει την υποχρέωση θέσπισης Κώδικα Δεοντολογίας περιγράφοντας τους κανόνες και τις αρχές που πρέπει να ακολουθούνται, μεταξύ άλλων, με άμεσους και έμμεσους επιχειρηματικούς εταίρους.
Το άρθρο 6 θεσπίζει την υποχρέωση εντοπισμού και αξιολόγησης των τρεχουσών και πιθανών δυσμενών επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα και στο περιβάλλον, όχι μόνο των δραστηριοτήτων των ίδιων των εταιρειών αλλά και των θυγατρικών τους και – πιο ειδικά για εμάς στον κόσμο των αγορών και προμηθειών – για τις Εφοδιαστικές Αλυσίδες τους. Για το σκοπό αυτό, καθιερώνει έναν μηχανισμό δύο φάσεων που συνήθως χρησιμοποιείται στις λύσεις διαχείρισης κινδύνου προμηθευτών:
- Χαρτογράφηση των λειτουργιών των εταιρειών, των θυγατρικών τους και εκείνων των αλυσίδων δραστηριοτήτων τους για να εντοπιστούν περιοχές με πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις.
- Με βάση τα αποτελέσματα αυτής της χαρτογράφησης, διενέργεια εις βάθος αξιολόγησης για την κατανόηση και την ιεράρχησή τους με συστηματικό τρόπο. Αυτή η ιεράρχηση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε συνεργασία μεταξύ άλλων με τους επιχειρηματικούς εταίρους των αλυσίδων αξίας.
Όσον αφορά την πρόληψη πιθανών δυσμενών επιπτώσεων, το άρθρο 7 της Οδηγίας προβλέπει ότι η εταιρεία ορίζει συμβατικούς μηχανισμούς για τη διασφάλιση αυτής της πρόληψης, οι οποίοι απαιτούνται από τους άμεσους και έμμεσους εταίρους στις αλυσίδες των δραστηριοτήτων τους, διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση με τους Κώδικες Δεοντολογίας και τα σχετικά σχέδια δράσης και ακόμη και τα συνοδευτικά μέτρα για την επαλήθευση της συμμόρφωσης από ανεξάρτητους τρίτους.
Αυτό επηρεάζει ακόμη και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην αλυσίδα αξίας, αν και στην περίπτωση αυτή ρυθμίζει συνοδευτικά και υποστηρικτικά μέτρα για την εξασφάλιση αναλογικού αντίκτυπου στο κόστος και συμπεριλαμβανομένων δίκαιων, αναλογικών, εύλογων και χωρίς διακρίσεις συμβατικών όρων. Επιτρέπει επίσης τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται από τις ΜΜΕ, τα οποία προέρχονται από ενέργειες ορισμένων εταιρειών όσον αφορά την πρόληψη πιθανών δυσμενών επιπτώσεων, να κοινοποιούνται σε άλλες εταιρείες που ενδέχεται να τα απαιτήσουν αργότερα.
Εάν οι πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις δεν μπορούν να προληφθούν ή να μετριαστούν με τις ενέργειες που προβλέπονται στα Σχέδια Δράσης, εξετάζεται η ανάγκη αναζήτησης εναλλακτικών εταίρων, η ανάγκη προσωρινής αναστολής της σχέσης με τον εταίρο και, ως τελευταίο βήμα, η οριστική παύση της εμπορικής σχέσης. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να διασφαλιστεί ότι αυτή η παύση δεν προκαλεί αρνητικές επιπτώσεις μεγαλύτερες από τις αρνητικές επιπτώσεις που πρέπει να αποφευχθούν ή να μετριαστούν. Ωστόσο, η εθελοντική αποκατάσταση και η χρήση της ικανότητας της εταιρείας να επηρεάζει τους εμπορικούς εταίρους έχουν πάντα προτεραιότητα.
Η ίδια γραμμή δράσης βάσει του άρθρου 7 παρουσιάζεται στο άρθρο 8, σχετικά με τον τερματισμό των δυσμενών επιπτώσεων των τρεχουσών δραστηριοτήτων και την αποκατάσταση τέτοιων επιπτώσεων μέσω κατάλληλων μέτρων. Αυτό το άρθρο παρέχει ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές για τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων για τον τερματισμό των δυσμενών επιπτώσεων και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη:
- Δίνει έμφαση στην άρθρωση λεπτομερών μηχανισμών παρακολούθησης για κάθε ξεχωριστή περίπτωση: εάν η τρέχουσα αρνητική επίπτωση προκαλείται μόνο από την εταιρεία, ή εάν προκαλείται από κοινού με τις θυγατρικές ή εμπορικούς εταίρους της ή εάν προκαλείται μόνο από τους εταίρους των αλυσίδων δραστηριοτήτων της.
- Εάν ο τρέχων αντίκτυπος έχει συμβεί στις δραστηριότητες της θυγατρικής ή των άμεσων ή έμμεσων εταίρων.
- Η ικανότητα της εταιρείας να επηρεάζει τους επιχειρηματικούς εταίρους ώστε να προκαλούν αυτές τις αρνητικές επιπτώσεις μόνοι τους ή με την ίδια την εταιρεία. Αυτό σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ικανότητα διαπραγμάτευσης στη σχέση προμηθευτή-πελάτη κατά τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών.
Από την άλλη πλευρά, τα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι εταιρείες για την ολοκλήρωση των σημερινών δυσμενών επιπτώσεων, πολλές από τις οποίες εμπίπτουν στις συγκεκριμένες αρμοδιότητες της Περιοχής Αγορών, ορίζονται σε αυτό το άρθρο. Συγκεκριμένα, σε περιπτώσεις που η επίλυση των περιστατικών δεν μπορεί να είναι άμεση, η εταιρεία οφείλει να αναπτύξει και να εφαρμόσει Σχέδιο Διορθωτικής Δράσης, με κατάλληλα μέτρα και, κυρίως, με βάση ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες για τη μέτρηση της βελτίωσης που συνδέεται με αυτό. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτό το σχέδιο πρέπει επίσης να προσαρμοστεί και να επεκταθεί στην Αλυσίδα Δραστηριοτήτων.
Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν συμβατικές εγγυήσεις για τους άμεσους εταίρους και εκείνους των άμεσων εταίρων, που ανήκουν στην αλυσίδα δραστηριοτήτων της εταιρείας για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον Κώδικα Δεοντολογίας και, κατά περίπτωση, τα Σχέδια Δράσης που θα καταρτιστούν.
Επίσης, προβλέπει τη δυνατότητα οικονομικών και μη επενδύσεων, καθώς και προσαρμογών και ενημερώσεων παραγωγικών και λειτουργικών εγκαταστάσεων. Από την άποψη αυτή, μεταξύ των τομέων δράσης των βελτιώσεων, επισημαίνονται ρητά οι πρακτικές προμηθειών και διανομής, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην υποστήριξη και την παροχή υποστήριξης σε ΜΜΕ στην Επιχειρηματική Αλυσίδα.
Όσον αφορά στον καθορισμό και τη διατήρηση των διαδικασιών και μηχανισμών κοινοποίησης και παραπόνων ως μέρος των δραστηριοτήτων δέουσας επιμέλειας, το άρθρο 9 θεσπίζει την υποχρέωση να συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο οι λειτουργίες, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες των εταιρειών, αλλά και εκείνα της αλυσίδας δραστηριοτήτων τους.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες διενεργούν τακτικές αξιολογήσεις των δικών τους λειτουργιών, καθώς και εκείνων των θυγατρικών τους και των Σειρών Δραστηριοτήτων τους για να διασφαλίζουν την εφαρμογή και να παρακολουθούν την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα του εντοπισμού, της πρόληψης, του μετριασμού και της ελαχιστοποίησης των δυσμενών επιπτώσεων. Αυτή η αξιολόγηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 της Οδηγίας, θα πρέπει να διενεργείται χωρίς καθυστέρηση μετά από σημαντική αλλαγή ή τουλάχιστον κάθε 12 μήνες ή υπάρχει εύλογη υποψία για την εμφάνιση νέων κινδύνων.
Αναμφίβολα, η συμμόρφωση με αυτήν την τελευταία απαίτηση συνεπάγεται την ανάγκη εφαρμογής ενός Συστήματος Παρακολούθησης Κινδύνων Εφοδιαστικής Αλυσίδας που να λειτουργεί με ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα, με επαρκή ευελιξία για τον εντοπισμό αλλαγών στα πρότυπα κινδύνου, με ασφαλή και ευέλικτο τρόπο. Ωστόσο, συνεπάγεται επίσης την ανάγκη να γνωρίζουμε τους κινδύνους της επιχείρησης που σχετίζονται με τις Κατηγορίες Δαπανών με τις οποίες λειτουργούν οι εταιρείες. Επομένως, είναι απαραίτητο να λειτουργούμε με δυαδικά μοντέλα κινδύνου για να κατανοήσουμε τόσο τους διαρθρωτικούς κινδύνους της επιχείρησης που συνδέονται με τις κατηγορίες, όσο και τους σχετικούς κινδύνους που αφορούν τη βάση προμηθευτών και συνδέονται με ένα μοντέλο δεικτών ισχυρό και διαχειριζόμενο από εργαλεία Business Intelligence, προσαρμοσμένα στις ανάγκες της κάθε επιχείρησης.
Από την άλλη πλευρά, η Επιτροπή καθιερώνει στο άρθρο 13 την ανάγκη να θεσπιστούν στοιχεία υποστήριξης και καθοδήγησης σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές για τη διενέργεια της δέουσας επιμέλειας, σχέδια δράσης, ειδικές τομεακές απαιτήσεις, αναφορές και πηγές πληροφοριών για τη συμμόρφωση με την οδηγία και, κάτι πολύ σχετικό στο δικό μας πλαίσιο, ψηφιακά εργαλεία και τεχνολογίες που θα μπορούσαν να διευκολύνουν και να υποστηρίξουν τη συμμόρφωση. Για όλη αυτή τη διαδικασία που συμπληρώνει το πλαίσιο της Οδηγίας CS3D, η οποία όπως και άλλες οδηγίες συνήθως διαρθρώνεται μέσω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων μέσω κανονισμών και άλλων σχετικών οδηγιών, ορίζεται μέγιστη περίοδος 30 μηνών, όπως αναφέρεται.
Το Σύστημα Ελέγχου και Ποινών
Η οδηγία θεσπίζει επίσης την υποχρέωση των κρατών μελών να ιδρύουν εποπτικές αρχές για να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται σε αυτήν. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, αυτές οι αρχές μπορούν να ζητούν πληροφορίες από εταιρείες και να διενεργούν έρευνες σχετικά με τον σχεδιασμό και την έγκριση των σχεδίων δράσης και έχουν την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων, την αποχή της επανάληψής τους και την υποχρέωση αποκατάστασης των επιπτώσεων. Μπορούν επίσης να επιβάλουν πρόστιμα ή να λάβουν μέτρα σε περίπτωση επικείμενων κινδύνων. Τα πρόστιμα μπορεί να είναι χρηματικά, με ανώτατο όριο το 5% του καθαρού κύκλου εργασιών της εταιρείας παγκοσμίως. Επιπλέον, πληροφορίες από την εταιρεία και σχετικά με την παράβαση ενδέχεται να δημοσιευθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα χρονικά όρια που συνδέονται με τις κυρώσεις.
Συμπεράσματα
Η τελική έγκριση της Οδηγίας, εν αναμονή μόνο μιας τελευταίας κοινοβουλευτικής διαδικασίας, θα οδηγήσει σε σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες υποχρεούνται να διαχειρίζονται την εσωτερική βιωσιμότητα και, ειδικότερα, αυτή των Εφοδιαστικών Αλυσίδων τους. Η άμεση προσέγγιση είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου των αλλαγών που έρχονται.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη και δικτυωμένη οικονομία, οι απαιτήσεις της Οδηγίας θα μεταδίδονται κατά μήκος των αλυσίδων εφοδιασμού και όλες οι εταιρείες με πελάτες που επηρεάζονται άμεσα από το CS3D πρέπει να είναι προετοιμασμένες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που σχετίζονται με τους Κώδικες Δεοντολογίας και τα Σχέδια Δράσης των πελατών τους. Υπάρχει λοιπόν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα των νομικών απαιτήσεων, οι οποίες όχι μόνο αγγίζουν τις εταιρείες εντός του άμεσου πεδίου εφαρμογής, αλλά, βάσει αυτού του πρώτου επιπέδου, επεκτείνονται σε ολόκληρο το δίκτυο, μετατρέποντας τις ενδιαφερόμενες εταιρείες σε σημεία εφαρμογής της Οδηγίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η τεχνολογία αγορών και πιο συγκεκριμένα τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνων προμηθευτών θα επιτρέψουν την ευελιξία, την προσαρμογή και την ποσοτική και ποιοτική προσέγγιση που χρειάζεται για συμμόρφωση με την Οδηγία. Έτσι, αυτά τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνου, τόσο διαρθρωτικά, συνδεδεμένα με τις κατηγορίες όσο και σχεσιακά, που συνδέονται με προμηθευτές που υποστηρίζονται από κατάλληλο Πίνακα Εντολών και Σύστημα Δεικτών, καθίστανται θεμελιώδες στοιχείο της διαχείρισης Προμηθειών, στην οποία η οδηγία δίνει κεντρικό ρόλο. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι και όσο πιο γρήγορα ξεκινήσουμε, τόσο το καλύτερο.
(original: https://itbid.com/blog/cadena-de-valor-y-funcion-de-compras-diligencia-debida/)